53
Δυσκολίες θηλασμού και νοσήματα του μαστού
5.4 Ανεπάρκεια Γαλουχίας
Ως ανεπάρκεια ορίζεται η κατάσταση ελαττωμένης ή μη παρα-
γωγής του μητρικού γάλακτος. Αν και ο όρος ανεπαρκές γάλα
αναφέρεται από πολλές μητέρες ως αιτία για την αποτυχία τους
να θηλάσουν (μερικές οδηγούνται ακόμα και στον αποθηλασμό),
τα ποσοστά της πραγματικής ανεπάρκειας είναι πολύ χαμηλά. Σε
άρθρο που δημοσιεύτηκε το 1938 στο
British Medical Journal
ο Spence σχολιάζει: «Υπάρχει ένα ποσοστό 5 % των γυναικών,
στις οποίες είναι αδύνατο να εγκατασταθεί η γαλουχία είτε λόγω
φυσιολογίας είτε γιατί έχουν κάποιες παθήσεις ή δύσμορφες
θηλές ή γιατί το μωρό δεν μπορεί να θηλάσει λόγω κάποιου
νευροαναπτυξιακού ή ανατομικού προβλήματος. Κατά τα άλλα
όλες οι γυναίκες μπορούν να θηλάσουν σε ένα υποστηρικτικό
περιβάλλον». Είναι αξιοσημείωτο ότι το ποσοστό του 5 % συνεχί-
ζει να διαπιστώνεται και σε πιο σύγχρονες μελέτες σχετικά με τα
προβλήματα εδραίωσης του θηλασμού.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται μεγαλύτερη προσπάθεια για να
διευκρινισθούν οι αιτίες και οι τρόποι διαχείρισης της ανεπαρ-
κούς παραγωγής γάλακτος από τους επαγγελματίες υγείας. Σε
περίπτωση ύπαρξης ειδικού προβλήματος δίνεται αρχικά έμ-
φαση στην αντιμετώπισή του και ταυτόχρονη υποστήριξη του
θηλασμού με τη χρήση βοηθημάτων θηλασμού και μεικτής δια-
τροφής του βρέφους με υποκατάστατα γάλακτος.
Προϋποθέσεις αποτελεσματικής γαλακτογένεσης είναι η
επάρκεια αδενικού ιστού και η σωστή ισορροπία των ορμονών
ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία του θηλασμού. Συνεπώς, η ορ-
γανικής αιτιολογίας ανεπάρκεια γαλουχίας διακρίνεται σε ορμο-
νική δυσλειτουργία και σε υποπλασία μαστικού αδένα.
Ορμονική δυσλειτουργία
Η προλακτίνη είναι η βασική ορμόνη για την ανάπτυξη του μα-
στού κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και αμέσως μετά τον
τοκετό. Μετά τον τοκετό, τα οιστρογόνα, τα οποία διεγείρουν την
έκκριση της προλακτίνης κατά την εγκυμοσύνη και η προγεστε-
ρόνη πέφτουν απότομα και επιτρέπουν στην προλακτίνη που
βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα να ξεκινήσει τη γαλακτοπαραγωγό
δράση της. Ο ερεθισμός της θηλής από το μωρό προάγει περαι-
τέρω την απελευθέρωση της προλακτίνης. Μηχανοϋποδοχείς
μέσα και γύρω από την θηλή ενεργοποιούνται και τα σήματα
μεταφέρονται από τις νευρικές ίνες μέσω του νωτιαίου μυελού
στον υποθάλαμο, από όπου ενισχύεται η έκκριση προλακτίνης. Η
αδυναμία διατήρησης ηψηλών επιπέδων προλακτίνης, παρά την
ικανοποιητική διέγερση του στήθους, παρατηρείται σε περιπτώ-
σεις όπως φαρμακευτική καταστολή (βρωμοκρυπτίνη, ντοπαμί-
νη, νικοτίνη) ή στην περίπτωση του συνδρόμου Sheehan (ανε-
πάρκεια της πρόσθιας υπόφυσης, που προκαλείται λόγω μεγά-
λης αιμορραγίας μετά τον τοκετό).
Απαραίτητες όμως για τη γαλουχία είναι και άλλες ορμόνες,
όπως η ινσουλίνη, η θυροξίνη και τα γλυκοκορτοκοειδή. Κατα-
στάσεις όπως ο υποθυρεοειδισμός και η αντοχή στην ινσουλίνη
σχετίζονται με φτωχή γαλουχία. Η ακανόνιστη περίοδος και τα
υψηλά επίπεδα ανδρογόνων είναι επίσης επιζήμια για τη γα-
λουχία. Ορμονικές δυσλειτουργίες παρατηρούνται και μετά από
ακτινοθεραπεία του εγκεφάλου.
Η πτώση της προγεστερόνης, μετά την υστεροτοκία είναι
ουσιώδης για την εκκριτική ενεργοποίηση. Αν ένα μέρος του
πλακούντα παραμείνει στο ενδομήτριο, τότε θα έχουμε καθυ-
στερημένη ή και καθόλου γαλακτογένεση ΙΙ. Η εκκριτική ενερ-
γοποίηση ή γαλακτογένεση ΙΙ είναι μια ενδοκρινής διαδικασία,
που σε μία γυναίκα η οποία δεν αντιμετωπίζει ενδοκρινολογικά
προβλήματα θα προκληθεί ακόμα και όταν δεν θέλει να θηλάσει.
Η καθυστερημένη γαλακτογένεση ΙΙ διαγιγνώσκεται κλινικά από
την έλλειψη πληρότητας του στήθους κατά τις πρώτες 72 ώρες.
Νοσήματα που καθυστερούν την έναρξη της γαλακτογένεσης
ΙΙ είναι:
• Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Ορισμένες φορές
συνδέονται και με ανεπαρκή ανάπτυξη του μαστικού
αδένα.
• Αρρύθμιστος σακχαρώδης διαβήτης.
• Παχυσαρκία. Η παχυσαρκία της μητέρας και ο υψηλός
δείκτης μάζας σώματος σχετίζονται με μειωμένη παρα-
γωγή της προλακτίνης.
• Υποθυρεοειδισμός ο οποίος επηρεάζει κυρίως την πα-
ραγωγή γάλακτος μετά την εδραίωση του θηλασμού.
• Φαρμακευτικά σκευάσματα, όπως κορτικοστεροειδή,
ψευδοεφεδρίνη, προγεστερόνη ή οιστρογόνα μετά τον
τοκετό μειώνουν την παραγωγή γάλακτος.
Το σωματικό ή ψυχολογικό στρες προ- και περιγεννητικά φαί-
νεται ότι επιδρά αρνητικά ως προς την έναρξη, εδραίωση και
διατήρηση της γαλουχίας.
Υποπλασία μαστικού αδένα
Στην περίπτωση υποπλαστικού μαστού η παραγωγή γάλακτος
μπορεί να είναι πολύ χαμηλή ή απούσα. Οι υποπλαστικοί μαστοί
διακρίνονται σε 4 τύπους. Στον τύπο 1 η παραγωγή μπορεί να
επηρεαστεί ελάχιστα εώς καθόλου ενώ στον τύπο 4 οι μαστοί
είναι ελάχιστα ανεπτυγμένοι και η παραγωγή επηρεάζεται ση-
μαντικά. Σε μελέτη 34 γυναικών με υποπλαστικούς μαστούς
διαπιστώθηκε ότι μόνο μια είχε επαρκή παραγωγή γάλακτος τις
πρώτες βδομάδες μετά τον τοκετό. Στην συνέχεια, 12 μητέρες
ήταν σε θέση να παραγάγουν ικανή ποσότητα γάλακτος ώστε να
ικανοποιήσουν τις ανάγκες του βρέφους στο τέλος του πρώτου
μήνα. Με κατάλληλη καθοδήγηση και παρακολούθηση, όλες οι
μητέρες με υποπλασία τύπου 2 και μερικές με τύπου 3 μπόρε-
σαν να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες του μωρού τους, αλλά καμία
με υποπλασία τύπου 4.
Το πρόβλημα είναι συνήθως πιο έντονο στην πρώτη εγκυ-
μοσύνη, καθώς σε επόμενες εγκυμοσύνες φαίνεται ότι η παρα-
γωγή αυξάνεται. Προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν επιπλο-
κές, όπως η αφυδάτωση του νεογνού, είναι απαραίτητη η έγκαι-
ρη αναγνώριση και αντιμετώπιση του προβλήματος.
Μέτρα υποστήριξης στην ανεπάρκεια
γάλακτος
Μέτρα που είναι δυνατόν να βοηθήσουν στην αύξηση της πα-
ραγωγής γάλακτος σε κάθε μητέρα που δεν έχει καταφέρει να
εγκαταστήσει τον θηλασμό είναι τα ακόλουθα:
1. Τακτική χρήση αντλίας στα ενδιάμεσα διαστήματα των θη-
λασμών.
2. Χορήγηση προγεστερόνης σε περίπτωση υποπλαστικών
μαστών, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, με σκοπό την